τετραετοῦς

τετραετοῦς
τετραετής
four years old
masc/fem/neut gen sg (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • τετραέτους — τετραετής four years old masc/fem/neut gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αμπού, Εντμόντ — (Edmond About, Ντιέζ 1828 – Παρίσι 1885). Γάλλος συγγραφέας, ακαδημαϊκός και δημοσιογράφος. Το 1851 ήρθε στην Αθήνα ως υπότροφος στη Γαλλική Σχολή. Στο διάστημα της τετραετούς παραμονής του περιόδευσε όλη τη χώρα και γυρίζοντας στο Παρίσι… …   Dictionary of Greek

  • Γκέρινγκ, Χέρμαν — (Hermann Göring, Ρόζενχαϊμ 1893 – Νυρεμβέργη 1946). Γερμανός πολιτικός. Σπούδασε οικονομικά στο Μόναχο και υπηρέτησε ως πιλότος στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Το 1921 προσχώρησε στο ναζιστικό κόμμα και έγινε γρήγορα ένας από τους ηγέτες του. Αφού… …   Dictionary of Greek

  • Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο — (ΕΜΠ). Ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, στο οποίο διδάσκονται θετικές και πρακτικές επιστήμες καθώς και καλές τέχνες (η Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών είναι ανεξάρτητο ίδρυμα). Αποτελεί οργανισμό δημοσίου δικαίου και υπάγεται στην άμεση εποπτεία του… …   Dictionary of Greek

  • Ισημερινός ή Εκουαδόρ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ισημερινού Έκταση: 283.560 τ. χλμ. Πληθυσμός: 13.447.494 (2002) Πρωτεύουσα: Κίτο (1.399.814 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής, στην οροσειρά των Άνδεων. Συνορεύει στα Β με την Κολομβία και στα Α και Ν με το… …   Dictionary of Greek

  • Σουαζιλάνδη — Κράτος της Νότιας Αφρικής. Συνορεύει στα Β, στα Δ και στα Ν με τη Nοτιοαφρικανική Δημοκρατία, και στα Α με τη Mοζαμβίκη.H Σουαζιλάνδη (Nγκουάνε, μετά την ανεξαρτησία της 6ης Σεπτεμβρίου 1968, ονομασία που δεν χρησιμοποιείται όμως πολύ) είναι ένα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”